Καντάτα για φωνές, χορωδία και ορχήστρα "Ο Αμερικάνος"

Θέατρο

Ημερομηνία: Σάββατο, Νοεμβρίου 19, 2011 - 21:00
Πληροφορίες επικοινωνίας:
Αγίας Μαρίνας 55, 45221, Ιωάννινα. Τηλέφωνο: 2651083940, fax: 2651075784


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης

Ο Αμερικάνος

Καντάτα για φωνές, χορωδία και ορχήστρα

Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία Δημοτικού Ωδείου Ιωαννίνων – Όπερα Τσέπης

Μουσική: Μιχάλης Γληνιαδάκης

Λιμπρέτο: Ευτυχία Μισύρη

Κείμενο – υλικό και επιμέλεια έκδοσης: Φώτης Χρονόπουλος

Σκηνικά – κοστούμια: Βαγγέλης Γκιόκας

Αφηγητής: Ηλίας Λογοθέτης

Αμερικάνος: Νίκος Ψαριανός

Μουσική Διεύθυνση: Φοίβος Παπαδόπουλος

Αίθουσα «Β. Πυρσινέλλας»

Είσοδος ελεύθερη

π. Κωνσταντῖνος Καλλιανός - Ἡ Θεοτόκος, ἡ Σκιάθος κι ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης

(Εἰσήγηση στὴν Ἡμερίδα «Ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καὶ Παναγία ἡ Εἰκονίστρια», ποὺ πραγματοποιήθηκε στὴ Σκιάθο τὸ Σάββατο 7 Ἰουλίου 2001, μὲ τὴν εὐκαιρία τῶν ἐπετείων τῆς εὑρέσεως τῆς ἱερᾶς Εἰκόνος τῆς Παναγίας Εἰκονιστρίας καὶ τῶν 150 χρόνων ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Ἀλεξάνδρου Παπαδιαμάντη)

Τρίμορφον ἱερόν

Σεβαστοὶ ἀδελφοὶ καὶ πατέρες, ἀξιότιμε κύριε Δήμαρχε, ἀγαπητοὶ καὶ φιλόχριστοι πιστοὶ τῆς γείτονος νήσου Σκιάθου, εἶναι γιὰ μένα μεγάλη ἡ τιμὴ τὴν ὁποία μοῦ ἔκαμε ἡ Ἱερά μας Μητρόπολις, ὥστε νὰ μὲ καλέσει ὡς ὁμιλητὴ καὶ συνδαιτυμόνα στὴν ἐκδήλωση αὐτὴ ποὺ πραγματοποιεῖ σήμερα γιὰ τὸν Γέροντα τῆς Σκιάθου, τὸν Ἀλ. Παπαδιαμάντη. Εὐχαριστῶ ἀπὸ τὴ θέση αὐτὴ τὸν σεβασμιώτατο Μητροπολίτη μας, τὸν Χαλκίδος κύριο Χρυσόστομο, τὸν Πρωτοσύγκελλό μας π. Διονύσιο, τὸν π. Χρυσόστομο καὶ τὸν κ. Δήμαρχο, γιὰ τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ ἔδειξαν στὴν ἐλαχιστότητά μου, ὥστε νὰ βρεθῶ ἀνάμεσά σας ὡς ὁμιλητής. Τὸ θὲμα δὲ ποὺ θὰ σᾶς ἀναπτὺξω εἶναι: «Τρίμορφον ἱερόν. Ἡ Θεοτόκος, ἡ Σκιάθος κι ὁ Ἀλ. Παπαδιαμὰντης.»

Ἡ ἄλλη ἱερὰ νῆσος τοῦ νέου Ἑλληνισμοῦ, ἡ ἀμφιλεγόμενη στὴ συνείδηση τοῦ κόσμου, ἀφοῦ γιὰ τοὺς πολλοὺς θεωρεῖται μόνο κοσμοπολίτικη, ἡ νῆσος τῶν ἁγίων Κολλυβάδων καὶ τῶν φωτεινῶν Μορφῶν τῶν δύο Ἀλεξάνδρων, ἡ νῆσος Σκιάθος, πανηγυρίζει, τιμᾶ καὶ σεμνύνεται γιὰ δύο κεφαλαιώδεις ἑορτὲς ποὺ συμπίπτουν. Τὴν τῆς εὑρέσεως τῆς σεπτῆς Εἰκονος τῆς Παναγίας τῆς Εἰκονιστρίας, τῆς Κουνίστρας, τσ᾿ Κνιστριώτισσας κατ᾿ ἄλλους, καὶ τῆς μνήμης τοῦ γέροντος Ἀλεξάνδρου παπα-Ἀδαμαντίου Ἐμμανουήλ, ποὺ ἐφέτος συμπληρώθηκαν 150 χρόνια ἀπὸ τὴ γέννησή του καὶ 90 ἀπὸ τὴν ἐκδημία του. Πέρυσι, ποὺ εἶχαν συμπληρωθεῖ 150 χρόνια ἀπὸ τὴ γέννηση τοῦ Μωραϊτίδη, ἐλάχιστοι τὸ θυμήθηκαν.

Ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 18ου αἰ. ἢ καὶ παλαιότερα πολιοῦχος αὐτοῦ τοῦ νησιοῦ καὶ Ἔφορος εἶναι ἡ Παναγία. Αὐτὸ ὀφείλεται ἀσφαλῶς, τόσο στὴν θαυματουργὸ εὕρεση τῆς περιπύστου εἰκόνος Της, ἀπὸ τὸν ὁσιακῆς βιοτῆς χαρισματικὸ Γέροντα Συμεών, ὅσο κι ἀπὸ τὴν γειτνίαση μὲ τὸν ἱερὸν Ἄθωνα, «τὸν οὐρανογείτονα», ὅπως τὸν καλεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης, φίλος κι αὐτὸς τῆς Σκιάθου, μὲ τὸν ὁποῖο Ἄθωνα ἄλλωστε διατηροῦσε στενοὺς πνευματικοὺς δεσμούς, διὰ τῶν μετοχίων, τὰ ὁποῖα οἱ ἁγιορειτικὲς μονὲς ἵδρυσαν στὴν Σκιάθο.

Μάλιστα, καὶ στὴ γείτονα Σκόπελο, πρὶν θεσπιστεῖ ὡς πολιοῦχος τοῦ νησιοῦ ὁ ἅγιος Ρηγῖνος ἡ Παναγία ἦταν πολιοῦχος ἐκεῖ καὶ Ἔφορος, ὅπως καὶ «σὲ ὅλα τὰ νησία», κατὰ τὸν λόγο τοῦ σκοπελίτη λογίου μοναχοῦ Καισαρίου Δαπόντε. Αὐτὸ λοιπὸν σημαίνει μιὰ ἰδιαίτερη τιμὴ καὶ λατρεία τοῦ συμπλέγματος τῶν Βορείων Σποράδων, στὸ πρόσωπο τῆς Κυρίας Θεοτὸκου. Καὶ δὲν εἶναι διόλου ὑπερβολὴ ἂν ποῦμε, πὼς ἡ ἐτυμολογία τῆς λ. Σκιάθος, ὡς Σκιᾶς-τοῦ Ἄθω, ἔχει κι αὐτὴ τὴ σημασία της, ποὺ ὡστόσο διαφεύγει ἀπὸ τὸ χῶρο τῆς στενῆς γραμματολογίας καὶ σημασιοδοτεῖ τὴν ὀρθόδοξη πνευματικότητα καὶ ζωή, τὴν ὁποία ἀκτινοβολεῖ ὁ ἱερὸς Ἄθωνας καὶ ἀποδέχεται αὐτὸ τὸ νησὶ ἢ καὶ ἡ εὑρύτερη περιοχή του.

Ὁ Κωστῆς Μπαστιᾶς πολὺ σοφὰ ἔγραψε πρὶν ἀπὸ μισὸ αἰῶνα καὶ παραπάνω, πὼς ἡ Σκιάθος δὲν εἶναι, δὲν ὑπῆρξε καί, συμπληρώνω ἐγώ, δὲν θὰ ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς νὰ γίνει «ὥσπερ γῆ Αἰγύπτου», ὁ χῶρος δηλαδὴ ποὺ θὰ τὸν συνταράσσει ἡ ἁμαρτία, ὅπως λ.χ. τὴν ἁμαρτωλὴ Ἀλεξάνδρεια στὰ χρόνια τοῦ Μ. Ἀντωνίου, ἀλλὰ θὰ παραμείνει, ἔστω καὶ μὲ τὴν ἐλλειπτική της πνευματικότητα, ἀπότοκη τοῦ ὀμιχλώδους συγχρόνου βίου μας, «σκεῦος ἐκλογῆς».

Ξέρω, πὼς ἀκούγεται στὶς μέρες μας παράλογος αὐτὸς ὁ τρόπος, αὐτὴ ἡ στάση προσέγγισης τῆς Σκιάθου. Μάλιστα, ὅταν εἶναι καὶ ἀποτελεῖ ἕναν ἀπὸ τοὺς πλέον διαφημισμένους νησιωτικοὺς χώρους στὸ παγκόσμιο φόρουμ. Ὡστόσο, γιὰ μᾶς ποὺ ἐπιμένουμε μὲ φαντασία, πίστη καὶ ἀγάπη στὴν ἑλληνορθόδοξη παραδοσή μας νὰ προσεγγίζουμε τὸν ἱερὸ τοῦτο τόπο μὲ τὸ δέος καὶ τὴν ἁρμόζουσα εὐλάβεια, γιατὶ τὰ χώματα αὐτὰ τὰ καθαγίασαν ἱερὲς Μορφές, ἁγιασμένες, ἡ Σκιάθος ἀποτελεῖ τὸ «προχωρημένο φυλάκιο τοῦ ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ», γιὰ νὰ θυμηθῶ καὶ πάλι τὸν μακαριστὸ Κ. Μπαστιᾶ. Μοναστήρια, ἐκκλησάκια, ἡσυχαστήρια, ἀφιερωμένα τὰ περισσότερα στὴ Χάρη της, δαπανοῦν ἀφειδώλευτα τὴν ἁγιοπνευματικὴ δρόσο σ᾿ ὅσους τὴν ἐπιζητοῦν. Γιατὶ ἄν, κατὰ παραχώρηση Θεοῦ, σήμερα στὴ Σκιάθο ἀπουσιάζει κοινότης μοναχῶν, ἐν τούτοις ἀπομένει ἡ μνήμη, ἡ παράδοση καὶ πρὸ πάντων ἡ ἁγιοτόκος ἀθωνικὴ εὐλογία νὰ σκέπει μὲ τὴν προστασία τῆς Παναγίας τὸν ἀσκούμενο ἐν μέσῳ καμίνου καιομένης αὐτὸν τὸν τόπο.

Ἑπομένως ἡ Σκιὰθος καὶ ἡ Παναγὶα μας συμβιὼνουν ἀναμφισβὴτητα σὲ μιὰ προοπτικὴ σχὲσης καὶ, ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ὁ ὃρος, ἀλληλοπεριχώρησης: γιατὶ ἡ Παναγία κατοικεῖ καὶ τὸν νησιωτικὸ τοῦτο τόπο, ἀλλὰ καὶ ὁ τόπος ἔχει τὴν ἀνάγκη τῆς Παναγίας. Κι αὐτὸ μπορεῖ κανεὶς πολὺ ἐμφαντικὰ νὰ τὸ διαπιστώσει, ὄχι μόνο στὰ θαύματα τῆς πολιούχου Παναγίας τῆς Εἰκονιστρίας, ἀλλὰ καὶ στὰ ὅσα διασώζει ἡ γραφίδα τοῦ Παπαδιαμάντη, γιὰ τὴ λαϊκὴ θρησκευτικὴ συμπεριφορὰ τῶν παλιῶν Σκιαθιτῶν στὸ Πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Τὰ παραθέματα εἶναι ἐνδεικτικὰ νομίζω αὐτῆς τῆς ἀταλάντευτης πίστης. «Τὸ πάλαι ἐδῶ, στὸ ναὸ τῆς Παναγίας τῆς Πρέκλας δηλ. σημειώνει ὸ Ππδ. στὸ διήγημα Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου, οἱ χριστιανοί, ἤρχοντο τὰς ἡμέρας αὐτὰς νὰ εὕρωσι, διὰ τῆς ἐγκρατείας καὶ τῆς προσευχῆς καὶ τοῦ ἱεροῦ ἄσματος ἀναψυχὴν καὶ παραμυθίαν...» Τὸ ἴδιο θάλπος, τὴν παραμυθία, ἀλλὰ καὶ τὸν «φόρον εὐλαβείας» ἐπιζητοῦν οἱ προσκυνητὲς στὸ πανηγὺρι τῆς Παναγὶας τῆς Κεχριᾶς, καθὼς προσεγγίζουν «τὴν σεβασμίαν καὶ παλαιὰν εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως...», ὅπως ἐπίσης κι οἱ ἀθεράπευτα νοσταλγοὶ τοῦ Κάστρου καὶ διακονητὲς τῆς Παναγίας τῆς Μεγαλομάτας, τῆς Βροντιώτισσας, ὅπως τὴν ἀναφέρει ὁ Μωραϊτίδης, ἀπὸ τὸν στίχο τῶν Χαιρετισμῶν «Χαῖρε ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα». Ἀλλὰ τὰ παραθέματα δὲν τελειώνουν.

Κι ἀφοῦ ὁδηγήθηκε ὁ λόγος στὸ ἄλλο πρόσωπο ποὺ τιμᾶμε, τὸν Παπαδιαμάντη, δηλαδὴ θὰ χρειαστεῖ νὰ συνεχίσω καὶ νὰ πῶ, ὅτι ἡ θεομητορικὴ εὐλάβειά του εἶναι μὲν ἐμφανὴς στὰ διηγήματά του, ὡστόσο γιὰ νὰ αἰτιολογηθεῖ πρέπει νὰ προσέξουμε μὲ λεπτομερειακὸ τρόπο τὴ διήγηση τῆς εὑρέσεως τῆς Παναγίας τῆς Κουνίστρας, ἀλλὰ καὶ τὶς σημειώσεις τοῦ ἴδιου τοῦ Ππδ. Ἐπιχειρῶ μιὰ προσέγγιση ὅσο γίνεται πιὸ σύντομη, γιὰ τὴν οἰκονομία τοῦ χρόνου.

Στὰ μέσα περίπου τοῦ 17ου αἰ. - ὁ Ἀλ. Μωραϊτίδης σημειώνει τὴ σημαδιακὴ χρονολογία 1660- ἡ θαυματουργὸς ἐμφάνιση τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας γίνεται γιὰ τὴ Σκιάθο πιὰ «θεόπεμπτον κειμήλιον», ἀλλὰ καὶ πολιοῦχος. Αὐτὸ σήμαινε, πὼς μέσα σὲ χρόνια δύσκολα, τὰ ὁποῖα διῆλθε τὸ νησὶ - βλ. πειρατικὲς καταδρομές, λεηλασίες, κι ἄλλα παρόμοια, ποὺ δέχτηκε τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας. Ἐκείνη στάθηκε καὶ στέκεται ἀρωγὸς ἐν παντὶ πράγματι, φρουρὸς καὶ προστάτις. «Πολλοὺς δὲ ἁγιασμοὺς καὶ ἰάσεις εἰς τοὺς μετὰ πίστεως ἐπικαλουμένους ἐνεργεῖ, δι᾿ αὐτῆς τῆς πανσέπτου εἰκόνος τῆς θεομήτορος» ἐπισημειώνει στὴν ἱστορία τῆς εὑρέσεως τῆς θαυματουργοῦ εἰκόνος ὁ Ππδ. Γιὰ νὰ συνεχίσει στὸ ποίημά του, τὸ ὁποῖο ἔγραψε σὲ στιγμὲς κατανύξεως καὶ μὲ δομικὸ στοιχεῖο τὴν προσευχή,

κι ἡ χάρη σου ξαπλώθηκε ὣς τὰ πέρατα
τοῦ εἰρηνικοῦ νησιοῦ τῆς Σκιάθου,
ὦ Παναγία μου, κόρη πάναγνη καλή.
Κι ἴσως νὰ φτάσει κι ὡς ἐμένα καὶ ν᾿ ἁπλώσει
γαλήνη στὴν ψυχή μου τὴν ἁμαρτωλή.

Τὰ παραπάνω, ἔχω τὴν ταπεινὴ ἐντύπωση πὼς δὲν εἶναι μόνο μιὰ προσωπικὴ κατάθεση πίστεως καὶ ὁμολογίας του στὸ πρόσωπο τῆς Θεομήτορος, ἀλλὰ παράλληλα ἐκφράζουν μιὰ βαθειὰ πνευματικὴ σχέση μὲ τὸ μοναστήρι τῆς Κουνίστρας, μὲ τὸ ὁποῖο ἡ οἰκογένεια τοῦ Ππδ. διατηροῦσε ἀπὸ παλαιὰ πνευματικοὺς δεσμούς. Πρέπει δὲ νὰ τὸ θεωροῦσε κι ὡς παππουδικό, σύμφωνα μὲ τὰ ὅσα πιστεύουμε καὶ μὲ ἄγραφο ἐθιμικὸ τρόπο διατηροῦμε στὰ μέρη μας. «Εἰς τὸ μονύδριον τῆς Παναγία τῆς Κουνίστρας, κατὰ τὸ μεσημβρινοδυτικὸν παράλιον τῆς νήσου Σκιάθου, εὑρίσκεται ἡ παλαιὰ καὶ πάνσεπτος θαυματουργὸς εἰκὼν τῆς Παναγίας τῆς Κουνίστρας, ζωγραφισμένη ὡς κόρη ἀνήλικος ἀκόμη πρὸ τοῦ θείου Εὐαγγελισμοῦ. Εἰς τὸ μονύδριον τοῦτο ἔζησαν κατὰ τὰ τέλη τοῦ ΙΗ´ καὶ κατ᾿ ἀρχὰς τοῦ ΙΘ´ αἰ. ἑξ. πλάγιοι ἀνιόντες συγγενεῖς μου ὅλοι ἱερομόναχοι». Καὶ πιστεύω, πὼς δὲν εἶναι διόλου ξένο μὲ τὸν ψυχισμὸ τοῦ Ππδ. αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει στὸ διήγημά του «Ὁ νεκρὸς ταξιδιώτης», ὅτι δηλαδὴ ὁ ναυαγὸς «ἀπὸ τὴν στιγμὴν ποὺ ἔπλευσε εἰς τὸ κῦμα καὶ ἀπέδωκε τὴν ψυχήν του πελαγωμένος εἰς τὴν πάλην μὲ τὸν χάρον τὸν θαλάσσιον, δὲν ἔπαυσε ν᾿ ἀντικρύζῃ τὸν ἔρημον ναΐσκον τῆς Παναγίας τῆς Κνιστριώτισσας πέραν, εἰς τὸ δυτικὸν πλάγι τοῦ χαριτωμένου νησίου. Ἐκεῖ λοιπὸν ἀγνάντευε κ᾿ ἐκεῖ ἦτον προσκολλημένος ὁ πόθος του, μέχρι τῆς τελευταίας στιγμῆς του». Καὶ φυσικὰ γιὰ τὸν πόθο, τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Ππδ. δὲν ἔχω τὴν παραμικρὴ ἀμφιβολία τὸ ποῦ ἦταν προσκολλημένα.

Ἐπιχειρώντας μιὰν ἁπλὴν ἰχνογράφηση τοῦ τριμόρφου: Παναγία, Σκιάθος, Παπαδιαμάντης, ὁδηγούμαστε στὸ συμπέρασμα, πὼς εἶναι ἀδὺνατο νὰ διανοηθοῦμε τὴν Σκιάθο χωρὶς τὴ χάρη καὶ τὴ σκὲπη τῆς Παναγίας καὶ τὸν Παπαδιαμάντη, χωρὶς Αὐτῆς ταῖς πρεσβείαις καὶ τὴν εὐλογία, νὰ συνθέτει ὅ,τι ἐκεῖνος πρόσφερε. Δὲ μιλῶ ὡς γραμματολόγος, ποὺ ψάχνει μὲ πειθαρχημένους κανόνες κι αὐστηρὴ κριτικὴ ματιὰ τὰ κείμενα. Ἀλλά, ὡς ὁμόδοξος ἐπίγονός του, ποὺ ψαύει στὶς σελίδες του Ὀρθοδοξία καὶ Ἑλλάδα. Λαμβάνω δὲ ὑπ᾿ ὄψη μου τὸ πνευματικὸ ἕρμα μὲ τὸ ὁποῖο ταξιδεύει ἕναν αἰῶνα τώρα τὸ παπαδιαμαντικὸ ἔργο, ἕνα ἔργο πνευματικῆς γονιμότητος καὶ φιλοθέου προσφορᾶς. Κι αὐτὸ μοῦ ἀρκεῖ.

Μὲ ἰδιαίτερη συγκίνηση ἀφιερώνω αὐτὸ τὸ ταπεινό μου πόνημα στὴ μνήμη τοῦ φίλου Χρήστου Β. Χειμῶνα, ποὺ ἐφέτος τὸν Αὔγουστο, τὸν μήνα τῆς Παναγίας συμπληρώνονται τρία χρόνια ἀπὸ τὴν ἐκδημία του. Καὶ μνημονεύω τὴν μορφή του, γιατὶ ὑπῆρξε ὁ πρῶτος ποὺ εἶχε προτείνει, ὅπως τὸ ἔτος 2000 κηρυχθεῖ ἀπὸ τὴν πνευματικὴ οἰκογένεια τοῦ τόπου, ὡς ἔτος Ἀλ. Μωραϊτίδη, κάτι ποὺ δυστυχῶς δὲν πραγματοποιήθηκε, καὶ 2001 ἔτος Ἀλ. Παπαδιαμάντη. Εἶναι κι αὐτό, πιστεύω, μιὰ πρόσθετη τιμὴ στὸν κοινὸ φίλο καὶ στοὺς σεβαστούς μας Γέροντες, τοὺς Ἀλέξανδρους τῆς Σκιάθου. Σᾶς εὐχαριστῶ.

Σημείωση

Γιὰ νὰ μὴν κουράσω τὸν ἀναγνώστη μου παραθέτοντας μαζὶ μὲ τὸ κείμενο μιὰ σειρὰ σχολαστικῶν παραπομπῶν-σημειώσεων, ἀναφέρω ἐδῶ τὰ ἀναγκαῖα ἐκεῖνα βοηθήματα, τὰ ὁποῖα θὰ τὸν ἐνημερώσουν καλύτερα.

1. Ἀλ. Παπαδιαμάντης, ΑΠΑΝΤΑ. κριτικὴ ἔκδοση Ν.Δ.Τριανταφυλλόπουλος, ἐκδ. ΔΟΜΟΣ, τ. 1-5, Ἀθήνα

2. Ἀλ. Μωραϊτίδης, Μὲ τοῦ Βορηᾶ τὰ κύματα, σειρὲς Δ´ (1925) καὶ Ε´ (1926)

3. Κωστῆς Μπαστιᾶς, Παπαδιαμάντης, Δοκίμιο, Ἀθήνα 1962

4. Ἰω. Ν. Φραγκούλας, Τὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας τῆς Κουνίστρας τῆς Σκιάθου, Βόλος 1995

5. Ἀντώνιος Φλ. Κατσουρός, Ἡ Παναγία ἡ Κουνιστριώτισσα, Ἀθῆναι 1974 (ἀνάτυπο ἀπὸ τὸν 16ο τ. ἀρ. τευχ. 4 τοῦ περ. ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ)

6. Παναγία ἡ Κουνίστρια, ἤτοι Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς καὶ Σεβασμίας Μονῆς τῆς Εἰκονιστρίας, τῆς ἐν τῇ νήσῳ Σκιάθῳ, ἐπιμελείᾳ πρωτ. Γεωργίου Ἀ. Σταματᾶ, Ἐν Ἀθήναις 1993

Ο Μεταφραστής Παπαδιαμάντης, Η Εύβοια και ο Παπαδιαμάντης…

Η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Χαλκίδας διοργάνωσε της Δευτέρα, 14 Νοεμβρίου 2011, εκδήλωση στο πλαίσιο της επετείου των 100 χρόνων από το θάνατο του Αλέξανδρου
Παπαδιαμάντη. Η εκδήλωση άνοιξε με σύντομη ομιλία της κ. Ρούλας Κεχρή, Προέδρου της Βιβλιοθήκης, που αναφέρθηκε στο σημαντικό ρόλο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης στον εκδημοκρατισμό της γνώσης καθώς εν μέσω της οικονομικής κρίσης, οι συμπολίτες μας έχουν τη δυνατότητα δωρεάν να δανείζονται τα βιβλία και να χρησιμοποιούν τους υπολογιστές και το διαδίκτυο στο ισόγειο. Επίσης, αναφέρθηκε στον πρόσφατο εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης με εκατοντάδες σύγχρονους τίτλους βιβλίων και προσκάλεσε τους συμμετέχοντες να προτείνουν δράσεις που θα μπορούσαν να εφαρμοστούν σε συνεργασία με τη βιβλιοθήκη.
Η πρώτη ομιλία έγινε από τη φιλόλογο, μέλος του Συμβουλίου της Βιβλιοθήκης και Αντιπρόεδρο της Δημοτικής Κοινότητας Χαλκίδας κ. Βάλυ Σπανού, που αναφέρθηκε στη «Σχολική Πραγματικότητα στο Έργο του Παπαδιαμάντη» ενώ διάνθισε την ομιλία της με αυτούσια κείμενα από έργα του συγγραφέα όπως επίσης με συγκρίσεις με τη σύγχρονη σχολική πραγματικότητα.
Στη συνέχεια, ο σχολικός σύμβουλος φιλολόγων Δρ. Άγγελος Μαντάς ανέπτυξε το θέμα «Η Εύβοια στον Παπαδιαμάντη-Οι Ευβοείς και ο Παπαδιαμάντης» όπου ανέλυσε τον τρόπο που παρουσιάζει ο Παπαδιαμάντης την Εύβοια και του κατοίκους της στα έργα του, ανέγνωσε αποσπάσματα από έργα του συγγραφέα αλλά και αυτούσιες επιστολές του με σχετικές αναφορές, και σχολίασε κριτικές Ευβοέων που έγραψαν για τη σχέση του Παπαδιαμάντη με το νησί μας και κατέληξε αναφέροντας πώς ο Παπαδιαμάντης δεν δενόταν εύκολα με ανθρώπους και τόπους παρά μόνο με πολύ οικείους όπως η Αθήνα, η Σκιάθος και η «συμπαθητική» γειτονική Σκόπελος.
Μεγάλη τιμή για τη βιβλιοθήκη αποτελεί η παρουσία του φιλολόγου και συγγραφέα κ. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, σε μια από τις σπάνιες πια ομιλίες του, που μίλησε για το «Μεταφραστή Παπαδιαμάντη», εξετάζοντας μια πρόσφατα σχολιαζόμενη δραστηριότητα του Παπαδιαμάντη. Αναφέρθηκε στον «προδοτικό» μεταφραστή Παπαδιαμάντη που παρεμβαίνει στα μεταφραζόμενα έργα με ευεργετικό τρόπο για τον Έλληνα αναγνώστη αλλά και για τον μεταφραστή σε μεγάλες εφημερίδες της εποχής του που εργάζεται εξαντλητικά για βιοποριστικούς λόγους. Κλείνοντας, ο κ. Τριανταφυλλόπουλος ανέγνωσε με μοναδικό τρόπο, που συνεπήρε το κοινό, αποσπάσματα από τη μετάφραση του έργου του Ντοστογιέφσκι «Έγκλημα και Τιμωρία» που είχε μεταφράσει ο Παπαδιαμάντης με αριστοτεχνικό τρόπο.
Τέλος, προβλήθηκε ταινία 15’ της ΕΤ1 για το σπίτι του Παπαδιαμάντη και τη ζωή του στη Σκιάθο, μέρος της σειράς «Το Σκοτεινό Τρυγόνι». Η προβολή της ταινίας όπως και η έκθεση βιβλίων που ήταν στο ίδιο χώρο έγιναν σε συνεργασία με τους ομιλητές.
Η εκδήλωση φιλοξενήθηκε στο χώρο του Δημόσιου Κέντρου Πληροφόρησης της βιβλιοθήκης, στο ισόγειο του κτιρίου στην Πλ. Αγίου Νικολάου και απευθυνόταν κυρίως σε εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων αλλά και γενικότερα σε πολίτες που αγαπούν τα έργο του Σκιαθίτη διηγηματογράφου.
Πηγή: Evia Gate

Οι «στιγμές» ενός κοσμοκαλόγερου


Ο κοσμοκαλόγερος, ο μποέμ λογοτέχνης, ο «άγιος» των ελληνικών γραμμάτων και οι ήρωες των έργων του «αποτυπώνονται στον καμβά» από 80 καλλιτέχνες, στο πλαίσιο των πολλών και διαφορετικών εκδηλώσεων που διοργανώνονται φέτος για την επέτειο των εκατό χρόνων από τον θάνατό του.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ήταν αναμφισβήτητα μια φιγούρα διαφορετική από εκείνες που η ελληνική λογοτεχνία έχει γεννήσει.

Ασυμβίβαστος και χωρίς κανένα ενδιαφέρον να ακολουθήσει τις κοινωνικές νόρμες της εποχής, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης υπήρξε ένας ιδιόρρυθμος και εκκεντρικός τύπος της Αθήνας των αρχών του 20ού αιώνα.

Γεννημένος στη Σκιάθο, πέρασε στο νησί τα παιδικά του χρόνια και βρέθηκε στην Αθήνα για να σπουδάσει Θεολογία ακολουθώντας την επιθυμία του πατέρα του. Η μοίρα του και οι προσωπικές του φιλοδοξίες τον έφεραν στα σκαλοπάτια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, ούτε και εκεί όμως βρήκε την ηρεμία που αναζητούσε. Εγκατέλειψε τις σπουδές του όταν συνειδητοποίησε ότι δεν του προσέφεραν τίποτα και ξεκίνησε να ασχολείται με τη συγγραφή.

Τα πρώτα έργα του δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες της εποχής, γεγονός που τον έκανε ευρέως γνωστό στους συγγραφικούς κύκλους. Βέβαια δεν ήταν μόνο η συγγραφική του σοδειά ο λόγος που το όνομά του συζητιόταν στα λογοτεχνικά καφενεία.

Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ήταν «διαφορετικός». Οταν δεν έγραφε για τους ταπεινούς και βασανισμένους ήρωες των βιβλίων του -χαρακτήρες που τόσο συχνά συναντά ο αναγνώστης στα έργα του-σύχναζε στα καφενεία του κέντρου, πάντα μόνος, κυριολεκτικά απομονωμένος από τους υπολοίπους. Σταύρωνε τα χέρια του και ονειροπολούσε. Ετσι κατάφερε να τον απαθανατίσει ο Παύλος Νιρβάνας, στη μοναδική φωτογραφία που τον απεικονίζει.

Ο τόπος όπου έβρισκε καταφύγιο ωστόσο ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης ήταν το πανέμορφο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου στην Πλάκα. Σε αυτό το γραφικό μέρος στην καρδιά της Αθήνας εκκλησιαζόταν αλλά και έψελνε συντροφιά με τον Σκιαθίτη συντοπίτη και λογοτέχνη Αλέξανδρο Μωραϊτίδη. Μάλιστα εξαιτίας του Παπαδιαμάντη αλλά και της εξαίσιας φωνής του εκκλησιάζονταν στο συγκεκριμένο εκκλησάκι και άλλες εμβληματικές μορφές της ελληνικής λογοτεχνίας, όπως οι Παύλος Νιρβάνας, Ζαχαρίας Παπαντωνίου, Γεράσιμος Βώκος.

Στο πλαίσιο της επετείου των 100 χρόνων από τον θάνατό του και λίγο προτού φύγει η χρονιά, το Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων διοργανώνει ένα αφιέρωμα προς τιμήν του κορυφαίου Σκιαθίτη συγγραφέα. Πρόκειται για τη μεγάλη ομαδική εικαστική έκθεση, η οποία εγκαινιάζεται την 1η Δεκεμβρίου με την επιμέλεια της ιστορικού τέχνης Ιριδος Κρητικού.

Περίπου ογδόντα καλλιτέχνες -καταξιωμένοι αλλά και ανερχόμενοι-δημιούργησαν επιτοίχια και γλυπτά έργα με αφετηρία τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, επιχειρώντας να διεισδύσουν σε μικρές πτυχές της ζωής και του έργου του· να μιλήσουν δηλαδή για τον ιδιόρρυθμο και μποέμ τύπο, εκείνο τον φτωχό λογοτέχνη που απαρνήθηκε τα πλούτη, τον βαθιά θρησκευόμενο συγγραφέα και περιπατητή του Ψυρρή, τον άνθρωπο που υπήρξε τακτικός ψάλτης του Αγίου Ελισσαίου στην Πλάκα, τον χρήστη μιας σπάνιας ιδιωτικής γλώσσας, που συνδύαζε στοιχεία από τη δημοτική και την καθαρεύουσα. Ανάμεσα στα έργα ξεχωρίζουν το πορτρέτο του Παπαδιαμάντη διά χειρός Χαρίτωνος Μπεκιάρη (έργο του 1911), το κολάζ της «Φόνισσας» και η «Τσοβλοβίκαινα», η ηρωίδα του έργου «Συντέκνισσα» του 1903.

Στην έκθεση συμμετέχουν μεταξύ άλλων οι Σάββας Γεωργιάδης, Ελιάννα Προκοπίου, Πάβλος Χαμπίδης, Στάθης Φλώρος, Μίλτος Παντελιάς, Κώστας Παππάς, Ελευθερία Τσέικο.

Info: Η έκθεση-αφιέρωμα στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη ξεκινά την 1η Δεκεμβρίου και φιλοξενείται στο Πολιτιστικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων «Μελίνα» (Ηρακλειδών 66 και Θεσσαλονίκης, Θησείο). Εως τις 23 Δεκεμβρίου.

Γιώτα Βαζούρα

Ο Παπαδιαμάντης των Τεχνών και των Γραμμάτων


ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης
και ο Αντιδήμαρχος Πολιτισμού, Παιδείας και Τουρισμού
Σπύρος Πέγγας
σας προσκαλούν στο Λογοτεχνικό & Καλλιτεχνικό Αφιέρωμα

«Ο ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ
ΤΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ»

(1851-1911) 
160 χρόνια από τη γέννησή του
100 χρόνια από τον θάνατό του

Παρασκευή 18 Νοεμβρίου 2011
ώρα έναρξης 19.00
στην Αίθουσα Εκδηλώσεων
της Κεντρικής Δημοτικής Βιβλιοθήκης Θεσσαλονίκης
Εθνικής Αμύνης 27
τηλ.2310 374807

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 
Θα μιλήσουν :
 
Κώστας Φέρρης
Σκηνοθέτης - Συγγραφέας
«Ο Παπαδιαμάντης και το είδωλό του»
 
Σωτήρης Χατζάκης
Σκηνοθέτης - Καλλιτεχνικός διευθυντής του ΚΘΒΕ
«Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης:
O πάσχων ομολογητής της ελληνικής περιπέτειας.
Aπό τη μεταφορά της Φόνισσας στο θέατρο»
 
Στέλιος Παπαθανασίου
Δρ φιλολογίας - θεολογίας
«Η διηνεκής επικαιρότητα του Παπαδιαμάντη:
κοινωνία, οικονομία, πολιτική»
 
Δημήτρης Μοράρος
Ζωγράφος
«Συνομιλία λόγου και εικόνας»
 
Ανάγνωση αποσπασμάτων από έργα του Α. Παπαδιαμάντη από τον
Κυριάκο Δανιηλίδη, Ηθοποιό Πειραματικής Σκηνής της «Τέχνης»
 
Συντονισμός εκδήλωσης: Φιλοθέη Κολίτση, Φιλόλογος

Η εκδήλωση θα πλαισιωθεί με
Προβολή της ταινίας Φόνισσα του Κώστα Φέρρη
Πλούσιο οπτικο-ακουστικό υλικό
Έκθεση ζωγραφικής του Δημήτρη Μοράρου.

Επετειακή εκδήλωση στην Κύπρο για τον Παπαδιαμάντη- Ομιλία Μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτου

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011
Επετειακή εκδήλωση στην Κύπρο για τον Παπαδιαμάντη- Ομιλία Μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτου

Του ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ ΒΙΚΕΤΟΥ
«Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης είναι επίκαιρος και παρών σήμερα πρώτ’ απ’ όλα γι’ αυτό το αίσθημα της ξενιτείας που ένοιωθε, όταν έφτασε από το νησί του στην Αθήνα, που σήμερα είναι ακόμα πιο έντονο για όσους προσπαθούν να ορίσουν τη ζωή τους σε σχέση με την Εκκλησία. Ξένοι και πάροικοι νοιώθουμε σήμερα κι εμείς μέσα στο σύγχρονο εικονικό κόσμο, όχι μόνο οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του ’22 , όχι μόνο οι Κύπριοι πρόσφυγες του ‘74, και όχι μόνο στις πόλεις όπως άλλοτε αλλά και μέσα στα ίδια τα χωριά μας πλέον», τόνισε ο Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος σε ομιλία του σε τιμητική εκδήλωση στην κωμόπολη της Κακοπετριάς για τον μεγάλο Σκιαθίτη συγγραφέα.
Στην ομιλία του ο Μητροπολίτης Μόρφου μεταξύ άλλων επεσήμανε και τα εξής:
-Σ’ αυτή την εποχή της κρίσης, στρεφόμαστε προς τον Παπαδιαμάντη, ακολουθώντας την προτροπή του Ελύτη στο Άξιον εστί «Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη», γιατί ο Παπαδιαμάντης μας μιλά για τη βαθύτερή μας ταυτότητα.
-Τα ίδια θέματα που έβρισκε ο Παπαδιαμάντης μπροστά του, μας συντροφεύουν από τότε συνεχώς και τα αντιμετωπίζουμε και σήμερα περίπου αναλλοίωτα και ίσως πολύ πιο έντονα.
-Αν η κρατική ένδεια και ανεπάρκεια ήταν εκκωφαντική την εποχή του Παπαδιαμάντη, σήμερα έχει φτάσει στο μη παρέκει —τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Το ένδυμα του κράτους μας, δεν μπορεί να μας ντύσει...
Ο Παπαδιαμάντης, υπογράμμισε ο κ. Νεόφυτος, «είναι σήμερα πιο επίκαιρος παρά ποτέ και ξαναβρίσκοντάς τον, ξαναβρίσκουμε τον εαυτό μας. Μας καλεί να κάνουμε μαζί του μια στροφή προς τα εμπρός, δηλαδή προς Ανατολάς, προς τα εκεί από όπου ανέτειλε το Φως και απ’ όπου το αναμένουμε να έρθει ξανά για να φωτίσει το ξέφραγο αμπέλι που είμαστε».
Η επετειακή εκδήλωση, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 ετών από τον θάνατο του μεγάλου νεοέλληνα λογοτέχνη, είχε τίτλο “Ο Παπαδιαμάντης και η καθ’ ημάς Ανατολή”.
Οργανωτής – Συντονιστής της εκδήλωσης ήταν το Σωματείο «Π.Α.Ο.Κ.» Κακοπετριάς.
Φορείς συνεργασίας:
Μουσείο «Σπίτι του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη» - Σκιάθος
Ιερά Μητρόπολη Μόρφου – Ι. Ν. Αγ. Παντελεήμονος Κακοπετριάς
Κοινοτικό Συμβούλιο Κακοπετριάς
Λύκειο Σολέας
Στην εκδήλωση συμμετείχαν η Βυζαντινή χορωδία της Ι. Μ. Μόρφου «Άγιος Μάμας» , το Σχήμα Παραδοσιακής Μουσικής του «Πολιτιστικού & Περιβαλλοντικού Ιδρύματος της Ι. Μ. Μόρφου».

Την Οργάνωση – Παρουσίαση της εκδήλωσης είχαν ο Ιεροδ. Αθανάσιος Γ. Βουδούρης και ο κ. Χαράλαμπος Χρυσάνθου.
Το πρόγραμμα της εκδήλωσης περιελάμβανε:
Προλόγισμα – Χαιρετισμούς από τους φορείς συνδιοργάνωσης.
Εισαγωγική ομιλία του Πανιερωτάτου Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεοφύτου.
Κωνσταντίνος Κουτούμπας (Υπ. Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ), «Ψηλαφώντας τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
ΜΕΡΟΣ Β ΄
Η Σκιάθος του Παπαδιαμάντη. Προβολή ντοκιμαντέρ του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου Ελλάδος
ΜΕΡΟΣ Γ΄
Λογοτεχνικό μέρος με απαγγελία ποιημάτων του Αλ. Παπαδιαμάντη, από μαθητές του Λυκείου Σολέας
ΜΕΡΟΣ Δ΄
Νοερή επίσκεψη στο σπίτι του Αλ. Παπαδιαμάντη στη Σκιάθο - με λόγο και εικόνα. Παρουσίαση από την κα Αθηνά Παπαγεωργίου (Διευθύντρια Μουσείου Παπαδιαμάντη – Σκιάθος)
ΜΕΡΟΣ Ε΄
Υμνολογικό και καλλιτεχνικό μέρος
Εμμανουήλ Ξυνάδας (Υπ. Δρ. Θεολογίας ΑΠΘ), ‘‘Το Υμνογραφικό έργο του Αλ. Παπαδιαμάντη’’
Η Βυζαντινή Χορωδία της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου «Άγιος Μάμας», έψαλε ύμνους τού Παπαδιαμάντη και το Σχήμα Παραδοσιακής Μουσικής του «Πολιτιστικού & Περιβαλλοντικού Ιδρύματος της Ι. Μ. Μόρφου», ερμήνευσε παραδοσιακά τραγούδια της Ανατολής.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οι τελευταίες στιγμές του Αλ. Παπαδιαμάντη. Η Βυζαντινή Χορωδία της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου «Άγιος Μάμας», έψαλε το Δοξαστικό της Ενάτης Ώρας των Θεοφανείων, το οποίο έψαλε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης πριν αφήσει την τελευταία του πνοή.
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΟΡΦΟΥ
Όταν ο Παπαδιαμάντης κάνει την εμφάνισή του στη λογοτεχνία, περίπου πενήντα χρόνια μετά από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η πορεία αυτού που επικράτησε να ονομάζεται Ελληνισμός έχει ήδη κριθεί και δρομολογηθεί.
Η επανάσταση του ’21, οδήγησε στη δημιουργία ενός κράτους το οποίο περιοριζόταν σ’ ένα μικρό κομματάκι της υπόδουλης Ρωμηοσύνης, αφήνοντας εκτός συνόρων το κύριο σώμα της. Κατά τα άλλα, επρόκειτο για ένα κράτος στα πρότυπα που ονειρεύτηκε ο Κοραής, που καταδίκαζε τους κατοίκους του σ’ έναν διχασμό ταυτότητας από τον οποίο δεν έμελλαν να ξεφύγουν. Ένα έθνος-κράτος στραμμένο εσαεί προς Δυσμάς, που προσπαθούσε να δημιουργήσει εκ του μηδενός μια καινούργια ταυτότητα, άλλην από εκείνη που διαμόρφωσε η Ρωμηοσύνη κατά τους αιώνες της δουλείας με επίκεντρο τη Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Ένα κράτος, δηλαδή, του οποίου οι θεσμοί ήσαν —και δυστυχώς εξακολουθούν και σήμερα να είναι— σε αντίφαση με την ταυτότητα των κατοίκων του.
Όταν λοιπόν ο Παπαδιαμάντης καταφθάνει από την Σκιάθο στην Αθήνα, ο Ελληνισμός είναι ήδη έρμαιο ενός μεγάλου σπαραγμού: από τη μια οι δυνάμεις του εκδυτικισμού και από την άλλη η μεγάλη σιωπηλή πλειοψηφία του λαού που εξακολουθεί να βλέπει την υπόθεση της ταυτότητας όχι από τη σκοπιά του κρατικού διαβατηρίου αλλά της καρδιάς.
Κι όπως ήταν φυσικό, το σκηνικό αυτού του σπαραγμού ήταν η ίδια η πρωτεύουσα, από την οποία η κρίση έμελλε να εξακτινωθεί σιγά σιγά προς κάθε γωνιά του νέου κράτους. Ο νεαρός Παπαδιαμάντης έρχεται σε μια πόλη που είναι ο δίαυλος του ραγδαίου και εν πολλοίς εξαναγκαστικού εκδυτικισμού, μια πόλη στην οποία συντελείται ένας πολιτισμικός ξεριζωμός. Ήταν φυσικό λοιπόν, η συνάντηση αυτή να λάβει τις διαστάσεις ενός κλονισμού. Ο Παπαδιαμάντης νοιώθει τελείως ξένος, εξόριστος σχεδόν, στην άξενη πόλη των Αθηνών. Γράφει σχετικά: «Φευ! Τις μοι δώσοι ύδωρ και δάκρυα; Από τον τόπον εκείνον της δοκιμασίας και τον τόπον της μακράς αναψυχής, ήλθα εις τον τόπον της καταδίκης —όπου από πολλού σύρω τον σταυρόν μου, μή έχων πλέον δυνάμεις να βαστάζω— εις την πόλιν της δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών»1.
Ως άνθρωπος της Ανατολής, ο Παπαδιαμάντης ήταν φυσικό να βλέπει τα πραγματικά όρια του ελληνικού κράτους και να γράφει ότι «η χώρα αύτη ηλευθερώθη επίτηδες δια να αποδειχθή ότι δεν ήτο ικανή προς αυτοδιοίκησιν»2. Από την άλλη, επειδή ήταν ορθόδοξος, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούσε να είναι φαντασιόπληκτος ή ιδεολόγος, καταλάβαινε αυτό που προέβαλλε με το έργο του ως αντίποδα, η Ανατολή, δεν είναι πολιτικό πρόγραμμα ή ιδεολογικό αίτημα: «Η ταλαίπωρος Ανατολή υπήρξε και τότε, ως τώρα και πάντοτε, υπό τε γεωγραφικήν και κοινωνικήν, υπό πολιτικήν και θρησκευτικήν έποψιν, άφρακτος αμπελών. Αλλ’ ο Χριστός ομιλεί περί τινος μελλούσης ημέρας, ότε θα έλθη ο κύριος του αμπελώνος»3. Από τη μια λοιπόν οι πολιτικάντηδες και οι κάθε λογής εκσυγχρονιστές που θέλουν να κάνουν την Ελλάδα φράγκικο. Από την άλλη ένα ξέφραγο αμπέλι, η Ανατολή, που η δύναμή της εν ασθενεία τελειούται και δεν έχει τίποτα άλλο για να πιαστεί, πέρα από την ελπίδα της στον Χριστό.
Ανάμεσα στα δύο, ο Παπαδιαμάντης επιλέγει προφανώς το ξέφραγο αμπέλι...
Κατά τα άλλα, ο στόχος του δεν είναι η ηθογραφική αναπαράσταση μιας μικροκοινωνίας που έχει παρέλθει, αλλά η αναβάπτιση στο ζωντανό εκκλησιαστικό ήθος, όπως διασώθηκε μέσα από τη λαϊκή παράδοση και την κοινοτική ευσέβεια. Ο ορίζοντας της τέχνης του είναι σαφώς θεολογικός, αντλώντας από την κολλυβαδική παράδοση και τη λαϊκή ευσέβεια. Το «να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστόν μου» που θέτει ως στόχο της λογοτεχνίας του, αποτελεί μια ορθόδοξη θεώρηση για την ίδια την τέχνη, μια θεώρηση της τέχνης από δοξολογική και ευχαριστιακή σκοπιά.


Ενώ λοιπόν γύρω του, και στα μυαλά των συγχρόνων του μορφωμένων, διαμορφωνόταν ένας κρατικός εθνικισμός, ο Παπαδιαμάντης στρέφει πεισματικά την αναζήτησή του όχι προς την εθνική ιδεολογία αλλά προς την ανάδειξη του μερικού, του επιμέρους. Η μικρή κοινωνία προς την οποία στρέφει το βλέμμα της τέχνης του, αναδεικνύεται έτσι σε κρύπτη ανεκτίμητων θησαυρών.
Λόγω ακριβώς της βιωματικής του σχέσης, σε προσωπικό επίπεδο ψάχνει συνεχώς τρόπους για να κρατηθεί σε κοινωνία με την εκκλησιαστική παράδοση, ακόμα και μέσα στην έρημο της Αθήνας. Στα 1887 ανακαλύπτει τις αγρυπνίες που γίνονται στο εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, στο Μοναστηράκι, με επίκεντρο τον παπά Νικόλα Πλανά, τον μετέπειτα Άγιο Νικόλαο. Είναι άραγε τυχαίο που η συνάντηση αυτή συμπίπτει με μια μεγάλη στροφή στη λογοτεχνική του πορεία; Από την έκδοση του μυθιστορήματός του Χρίστος Μηλιόνης, το 1885, μέχρι το πρώτο του διήγημα, το Χριστόψωμο, το 1887, μεσολαβεί μια διετία σιωπής, κατά τη διάρκεια της οποίας φαίνεται να συντελέστηκε μια αποφασιστική στροφή στη δημιουργική του πορεία. Η στροφή αυτή συμπίπτει με την ανακάλυψη του Αγίου Ελισσαίου, όπου αναλαμβάνει ως δεξιός ψάλτης, ψάλλοντας στις αγρυπνίες του παπά Νικόλα. Από εκείνη τη στιγμή, εγκαταλείπει το μυθιστόρημα (αφού είχε ήδη γράψει τους Εμπόρους των εθνών, τη Γυφτοπούλα, κλπ.), που εκινείτο στα πρότυπα του ρομαντισμού και γενικά της ευρωπαϊκής λογοτεχνικής παράδοσης και στρέφεται προς τη μορφή των σύντομων διηγημάτων που ξέρουμε.
Φυσικό ήταν επίσης, στο βαθμό που η παραδοσιακή ευσέβεια βρισκόταν περίπου υπό διωγμόν εκείνη την εποχή, να υιοθετεί και μια στάση που από μερικούς σήμερα θεωρείται σαν άτεγκτη, απέναντι σε ο,τιδήποτε νοθεύει ή απειλεί την παράδοση. Ήταν ασυμβίβαστος, για παράδειγμα, σε θέματα λατρευτικής τάξης, ψαλμωδίας και γενικότερα λειτουργικού ήθους, διαβλέποντας και εδώ ότι ο κίνδυνος προερχόταν από τους μορφωμένους και τους κάθε λογής αναμορφωτές. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα γράφει για το Πάσχα του 1887, όταν αναζητώντας να γιορτάσει την Ανάσταση ανάμεσα σ’ ένα ταπεινό εκκλησίασμα, πηγαίνει στα Μεσόγεια της Αττικής. Οι εντυπώσεις του από την ακολουθία ήσαν οι εξής : «Ευρέθησαν επτά ή οκτώ αυτοσχέδιοι ψάλται (...) ήσαν εύρωστοι χωρικοί νεανίαι και δεν τα έλεγον μεν απταίστως, αλλά δεν τα εδολοφόνουν ασυνειδήτως. Μόνον είς παραφώνως και ατάκτως έψαλλεν και ούτος ήτο διδάκτωρ της νομικής»4.
Όσο για τη βυζαντινή μουσική, της οποίας ήταν γνώστης και λάτρης, η διεισδυτική του ματιά βάζει και πάλι τα πράγματα στη θέση τους: «Η βυζαντινή μουσική είναι τόσον ελληνική όσον πρέπει να είναι. Ούτε ημείς την θέλωμεν, ούτε την φανταζόμεθα, ως αυτήν την μουσική των αρχαίων Ελλήνων. Αλλ’ είναι η μόνη γνήσια και η μόνη υπάρχουσα. Και δι’ ημάς, εάν δεν είναι η μουσική των Ελλήνων, είναι η μουσική των αγγέλων»5. Λόγια παρηγοριάς για όσους σήμερα επιμένουν να διακονούν αόκνως και με το ίδιο μεράκι, την μουσική αυτή των αγγέλων.
Παρακολουθώντας τα τεκταινόμενα της εποχής του, σημειώνει ενίοτε πικρά ειρωνικά σχόλια γι’ αυτό που επιχειρείται στην Ελλάδα: «Μη θρησκευτικά προς Θεού! Το ελληνικό έθνος δεν είναι βυζαντινοί, εννοήσατε; Οι σημερινοί Έλληνες είναι κατ’ ευθείαν διάδοχοι των αρχαίων. Έπειτα επολιτίσθησαν, επροόδευσαν και αυτοί. Συμβαδίζουν με τάλλα έθνη»6. Και δεν διστάζει βέβαια να εντοπίσει το πρόβλημα στις ανώτερες τάξεις της ελληνικής κοινωνίας, στους «φωτισμένους» και κρατικοδίαιτους της εποχής του, οι οποίοι μεταλαμπαδεύουν τα ευρωπαϊκά φώτα στην Ελλάδα : «Τόσοι σοφοί άνδρες, φωστήρες εξ Εσπερίας ανατείλαντες, με τόσον παχείς μισθούς, και να μην μεταγγίσουν ολίγον αθεϊστικόν πνεύμα εις την Ελλάδα;»7 Κι εδώ ο Παπαδιαμάντης αναφέρεται φυσικά στον εξ Ευρώπης εισαγόμενο αθεϊσμό, που προηγήθηκε —και εν πολλοίς ετοίμασε τον δρόμο— του μπολσεβικικού αθεϊσμού. Τα όσα αφορούν τα κράτος και τη δημόσια ζωή της τότε Ελλάδας, συμπυκνώνονται ίσως στην περιβόητη φράση του Παπαδιαμάντη: «Έως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι;»8
Από τον έλεγχο αυτό δεν εξαιρείται κάποιες φορές και ο κλήρος, κατά κανόνα ο ανώτερος κλήρος. Ενώ οι ταπεινοί ιερείς των χωριών απολαμβάνουν μια αξιοσέβαστη θέση στον παπαδιαμαντικό κόσμο, ως πραγματικοί ποιμένες ταυτισμένοι με τη ζωή της κοινότητάς τους, κάποιοι δεσποτάδες εκτίθενται για τις απολυταρχικές τους τάσεις και την προσκόλλησή τους στον πλούτο και την πολυτέλεια, ενώ στιγματίζεται εντονότατα η μάστιγα της σιμωνίας.
Κατά τα άλλα, η τέχνη του Παπαδιαμάντη, στην ώριμη της φάση, δηλαδή μετά τη στροφή προς το διήγημα, θα αποτελέσει την πρώτη ίσως συνειδητή αναίρεση της ρομαντικής φαντασίας στα ελληνικά γράμματα. Ας θυμηθούμε το πλήρες σημασίας σχόλιό του στον Λαμπριάτικο ψάλτη: «έπειτα ουδαμού σχεδόν θα εύρητε ότι επεζήτησα βεβιασμένην θέσιν ή πλοκήν, όπως γαλβανίσω την περιέργεια του αναγνώστου»9. Η επικέντρωσή της αφήγησης του στον νησιωτικό κόσμο, διακρίνεται από έναν ρεαλισμό που ήταν άγνωστος μέχρι τότε στα γράμματα, θα τολμούσα να πω έναν ορθόδοξο ρεαλισμό. Τα θέματά του τα αντλεί κατά κανόνα από την καθημερινή ζωή του νησιού και πολλές φορές είναι τόσο ευτελή που σε μια ρομαντική θέαση των πραγμάτων δεν θα ήταν καν θέματα για αφήγηση. Οι ήρωες του είναι άνθρωποι συνηθισμένοι, κατά κανόνα άσημοι, ψαράδες, γριούλες, αμόρφωτοι παπάδες, που η ρομαντική λογοτεχνία δεν θα καταδεχόταν να τους πάρει στα σοβαρά. Αυτή η συμπεριφορά, έχει ένα μήνυμα που είναι κατεπείγουσας σημασίας για μάς σήμερα όπου οι σύγχρονοι τύραννοί μας, οι κάθε λογής οθόνες και τα ηλεκτρονικά μέσα, διαμορφώνουν ένα φανταστικό κόσμο ο οποίος σιγά σιγά τείνει να καλύψει ύπουλα την πραγματικότητα, τείνει να μας εισάγει σε μια φαντασία, σε μια εικονική δήθεν πραγματικότητα, καθιστώντας μας ανάπηρους να ζήσουμε την των πραγμάτων αλήθειαν, δηλαδή την πραγματικότητα του ουρανού και της γης.
Όσο για το μεγάλο κάλλος της τέχνης του Παπαδιαμάντη, τη γλώσσα του, (που σήμερα φρόντισαν τα κράτη μας να μην μπορούν να την διαβάσουν οι νέες γενιές), τι να πω; Αποτελεί ίσως το πιο τρανό παράδειγμα ότι στην παράδοση που καλλιέργησε η Εκκλησία κατά τους αιώνες της δουλείας, είχε λυθεί ομαλά το γλωσσικό πρόβλημα —ή, για την ακρίβεια, δεν τέθηκε ποτέ. Στον Παπαδιαμάντη δεν υπάρχει δίλημμα επιλογής, του τύπου που έθετε ο Κοραής, ο Ψυχάρης και άλλοι μορφωμένοι που καθόρισαν την πορεία των γλωσσικών πραγμάτων στο ελλαδικό κράτος. Μέσα στο γλωσσικό του φρόνημα, αφομοιώνονται αρμονικά και χωρίς προσπάθεια τα αρχαία, τα βυζαντινά, μεσαιωνικά και νέα ελληνικά, αλλά και οι ξένες λέξεις, είτε από τις ευρωπαϊκές γλώσσες, είτε από τα τούρκικα ή τα αλβανικά.
Γιατί όμως είναι επίκαιρος και παρών σήμερα ο Παπαδιαμάντης;
Πρώτ’ απ’ όλα γι’ αυτό το αίσθημα της ξενιτείας που ένοιωθε όταν έφτασε από το νησί του στην Αθήνα, που σήμερα είναι ακόμα πιο έντονο για όσους προσπαθούν να ορίσουν τη ζωή τους σε σχέση με την Εκκλησία. Ξένοι και πάροικοι νοιώθουμε σήμερα κι εμείς μέσα στο σύγχρονο εικονικό κόσμο, όχι μόνο οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του ’22 , όχι μόνο οι Κύπριοι πρόσφυγες του ‘74, και όχι μόνο στις πόλεις όπως άλλοτε αλλά και μέσα στα ίδια τα χωριά μας πλέον.
Σ’ αυτή την εποχή της κρίσης, στρεφόμαστε προς τον Παπαδιαμάντη, ακολουθώντας την προτροπή του Ελύτη στο Άξιον εστί «Μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη», γιατί ο Παπαδιαμάντης μάς μιλά για τη βαθύτερή μας ταυτότητα. Τα ίδια θέματα που έβρισκε ο Παπαδιαμάντης μπροστά του, μας συντροφεύουν από τότε συνεχώς και τα αντιμετωπίζουμε και σήμερα περίπου αναλλοίωτα και ίσως πολύ πιο έντονα. Αν η κρατική ένδεια και ανεπάρκεια ήταν εκκωφαντική την εποχή του Παπαδιαμάντη, σήμερα έχει φτάσει στο μη παρέκει —τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Το ένδυμα του κράτους μας, δεν μπορεί να μας ντύσει...
«Οι Φυλακισμένοι και οι άρρωστοι καταφεύγουν συχνά στην Αγία Γραφή και μερικοί Έλληνες στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη», λέει ο Χρίστος Βακαλόπουλος10. Ο ελληνικός κόσμος, λέει ο Βακαλόπουλος, μοιάζει σ’ αυτή τη νωθρή περίοδο της ιστορίας του με παγιδευμένο ζωντανό σώμα το οποίο, όπως έγραφε ο Παπαδιαμάντης το 1907, στο άρθρο Γλώσσα και κοινωνία, «όσο δεν δύναται να ζήση δι’ ενέσεων, τρόπον τινά, από κόνιν αρχαίων σκελετών και μνημείων, άλλο τόσον δεν δύναται να ζήση, ειμή μόνον κακήν και νοσηράν ζωήν, τρεφόμενον με τουρσιά και με κονσέρβας ευρωπαϊκάς». Γι’ αυτό, καταλήγει ο Βακαλόπουλος, «μερικοί από μας, χορτασμένοι και πεινασμένοι ταυτόχρονα, πιάνονται την ύστατη στιγμή από τον Παπαδιαμάντη»11.
Ο Παπαδιαμάντης, δεν είναι μια φυγή προς τα οπίσω. Δεν είναι νοσταλγία για τα περασμένα, αλλά ματιά στο μέλλον. Ο Παπαδιαμάντης δεν επιχειρεί να δραπετεύσει ή να κρυφτεί ενόψει της νεωτερικότητας. Ούτε κατηγορεί τη Δύση από οπισθοδρομικότητα ή φόβο. Επειδή όμως ξέρει ποιος είναι και πού πάει, μπορεί να αντιμετωπίζει κριτικά τη Δύση και τις αξίες της.
Ο Παπαδιαμάντης, είναι σήμερα πιο επίκαιρος παρά ποτέ και ξαναβρίσκοντάς τον, ξαναβρίσκουμε τον εαυτό μας. Μας καλεί να κάνουμε μαζί του μια στροφή προς τα εμπρός, δηλαδή προς Ανατολάς, προς τα εκεί από όπου ανέτειλε το Φως και απ’ όπου το αναμένουμε να έρθει ξανά για να φωτίσει το ξέφραγο αμπέλι που είμαστε.
Αντί άλλης κατακλείδας, θα ήθελα να παραθέσω ένα απόσπασμα από ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη, που μας εισάγει στην ιερή μελωδία της πραγματικότητας. Ένα απόσπασμα από το διήγημα ο Ξεπεσμένος δερβίσης:
Τον άστεγο δερβίση, «εκείνην την βραδιάν τον είχε προσκαλέσει μία παρέα. Επτά η οκτώ φίλοι αχώριστοι. Αγαπούσαν την ζωήν, τα νιάτα. Ο ένας απ’ αυτούς έβαλλε γιουβέτσι κάθε βράδυ. Οι άλλοι έτρωγαν. (...) Αγαπούσαν τα τραγούδια, τα όργανα. Ο Δερβίσης δεν έπινε κρασί, έπινε μαστίχαν. Δερβισάδες ήσαν κι αυτοί. Του είπαν να τραγουδήση. Ετραγούδησε. Του είπαν να παίξη το νάϊ. Έπαιξε. Δεν τους ήρεσε. Ω, αυτός δεν ήτον αμανές. Δεν ήτον, όπως τον ήξευραν αυτοί. Αλλ’ ο Δερβίσης τους έλεγε τον καθ’ αυτό αμανέν. (...)
Τον αμανέ του Δερβίση, όμως, τον ήξεραν και τον αναγνώρισαν, μέσα από τον ήχο που ανέπεμπε το νάι το ήμερον, το ταπεινόν και πράον, του νάι το φιλάνθρωπον, τον αναγμώρισαν λοιπόν «τα βαρέα τείχη και οι ογκώδεις κίονες του Θησείου, η στέγη η μεγαλοβριθής,» τα οποία «δεν εξεπλάγησαν προς την φωνήν, προς το μέλος εκείνο. Την ενθυμούντο, την ανεγνώριζον. Και άλλοτε την είχον ακούσει. Και εις τους αιώνας της δουλείας και εις τους χρόνους της ακμής. Η μουσική εκείνη δεν ήτο τόσον βάρβαρος, όσον υποτίθεται ότι είναι τα ασιατικά φύλα. Είχε στενήν συγγένειαν με τας αρχαίας αρμονίας, τας φρυγιστί και λυδιστί»12.
Υποσημειώσεις
1. Ν. Δ. Τρανταφυλλόπουλος, Άπαντα, Νεκράνθεμα, τ. 4., σ. 578.
2. Βαρδιάνος στα Σπόρκα, τ. 2, σ. 571.
3. Βαρδιάνος στα Σπόρκα, τ. 2, σ. 569.
4. Ο Επιτάφιος και η Ανάστασις εις τα χωρία, τ. 5, σ. 121.
5. Αποσπάσματα σκέψεων……
6. Λαμπριάτικος ψάλτης, τ. 2, σ. 515.
7. Μεγαλείων οψώνια, τ. 4, σ. 427.
8. Η κάλτσα της Νώενας, τ. 4, σ. 194.
9. Λαμπριάτικος ψάλτης, τ. 2, σ. 514.
10. Χρήστος Βακαλόπουλος, «Η ιερή μελωδία της πραγματικότητας», Από το χάος στο χαρτί, Εστία, Αθήνα 1995, Επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, σ. 196.
11. Ό.π. σ. 197.
12. Α. Παπαδιαμάντης, «Ο ξεπεσμένος δερβίσης», Άπαντα, τ. 3, επιμ. Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Αθήνα, Δόμος, 1989, σσ. 111−116